Τα πλοία δεν άραξαν, του Μενέλαου Λουντέμη. Συλλογή διηγημάτων του μεγάλου μας λογοτέχνη, η οποία εκδόθηκε πρώτη φορά το 1938 και βραβεύτηκε τότε με το Α’ Κρατικό Βραβείο Πεζογραφίας. Γράφει ο Λουντέμης σε ένα διήγημά του: «...Δε θα γράψω ωραίο διήγημα. Ποτέ δεν μπορεί να γράψει ωραίο διήγημα κείνος που κάθεται με φορτωμένη καρδιά και υγρά μάτια να ιστορήσει λυπητερά περιστατικά της ζωής του...”. Κι όμως, αυτοαναιρείται. Με την υπέροχη γραφή του καταφέρνει τις δύσκολες καταστάσεις της ζωής: τη φτώχεια και μάλιστα την άστεγη φτώχεια, την πορνεία, τη νοσταλγία, την απόρριψη στον έρωτα, την υπαρξιακή ανάγκη για αγάπη, την απώλεια να τα μετουσιώνει σε φως και να ζεσταίνει τις καρδιές μας. Οι λέξεις, οι προτάσεις, οι εικόνες του, σαν πλοία αράζουν τελικά στη ψυχή μας και ξεφορτώνουν τη λογοτεχνική τους πραμάτεια πλουτίζοντας την! Ξεχωρίζουν τα διηγήματα όπως το «Ράντνικα» (ένα απίστευτο ταξίδι σε ένα χωριό στο πουθενά), «Μια νύχτα με πολλά φώτα κάτω από μια πόλη με πολλά αστέρια» (ο συγγραφέας εναποθέτει, μελοδραματικά αλλά και αριστουργηματικά, όλη του τη θλίψη στο φεγγάρι), «Οι καμπάνες του Τραμόντο» (ένα σπαραχτικό αντίο στον φίλο του), «ΒΑΟΒΑΒ» (ωδή στην εργασία και στο νόημα που προσφέρει στην ύπαρξη ενός «γίγαντα»), «Κείνο το παγερό βράδυ» (η τρέλα ενός παράφορου έρωτα) και τα «Ερωτικά μεσάνυχτα» (με τη καταπληκτική σκηνή στο τέλος που τελειώνει με τη φράση: «Μα αχ έρωτα, έρωτα... πώς του μοιάζεις καμιά φορά του αγλύκαντου του Χάρου!»).
Ο συγγραφέας του "Ένα παιδί μετράει τα άστρα" μας χαρίζει πολλά αστέρια αλλά και τον ουρανό για να τα τοποθετήσουμε!